Αλίμονο αν ζω χωρίς καρδιά.
της Μαρίας Μουρζά
Αλίμονο αν ζω χωρίς καρδιά.
Αλίμονο αν θρησκεύω χωρίς
καρδιά.
Αλίμονο αν τηρώ τις εντολές
χωρίς καρδιά.
Αν μοιράζω τα πλούτη μου χωρίς
καρδιά.
Αν συγχωρώ χωρίς καρδιά.
Αν δίνω και αν δίνομαι χωρίς καρδιά.
Αλίμονο αν ελεώ χωρίς καρδιά.
Αλίμονο αν μετανοώ χωρίς καρδιά.
Αλίμονο αν στέκομαι ενώπιον του Χριστού
χωρίς καρδιά.
Θα μου πείτε: είναι δυνατόν;
γίνεται;
Και θα σας πω από πείρα: Γίνεται
Μου έχει συμβεί για μεγάλες
περιόδους
να είμαι με τον Χριστό, να έχω ό,τι
είναι δικό Του
αλλά να μην έχω Εκείνον
Μου έχει συμβεί για μεγάλες
περιόδους
αλλού να είναι ο Χριστός κι αλλού
ο θησαυρός μου
Ο Χριστός να με καλεί, να με
ξανακαλεί
κι εγώ ν’ απουσιάζω
Μού έχει συμβεί
Κι όταν μετά από καιρό μέτρησα
τις αναπάντητες κλήσεις Του
και διαπίστωσα της μακροθυμίας το
πέλαγος,
μού έχει συμβεί…
έκλαψα πικρά.
Αν δεν βάλω καρδιά, δεν θα πάρω
Χριστό
Όπως δεν θα πάρω ήλιο, αν δεν ανοίξω
τα κλειστά μου παράθυρα
Με την καρδιά ζούμε.
Με την καρδιά ακούμε.
Με την καρδιά βλέπουμε.
Με την καρδιά παραβλέπουμε.
Η καρδιά μού κάνει εύκολες τις εντολές
και η απουσία της μού τις καθιστά
αδύνατες.
Η καρδιά μού κάνει δυνατή την
κοινωνία μου
με τον Χριστό
κι η απουσία της την
δυσχεραίνει.
Γι’ αυτό ένα καρδιακό «Κύριε ελέησον» […]
μπορεί να ισοδυναμεί με αγρυπνία
Γιατί έχει μέσα την ψυχή μου όλη
Γιατί έχει μέσα την φωνή μου όλη
Αλλιώς, να φωνάξω πώς;
Δεν μπορώ να φωνάξω δυνατά,
αν δεν βάλω καρδιά.
Δε μπορώ να κοιτάξω μακριά,
αν δεν βάλω καρδιά.
Ο γηραιός πατέρας του ασώτου τον
είδε
από μακριά
να έρχεται, γιατί με την καρδιά έβλεπε.
Από κει αντλούσε την όραση.
Τα ποσά είναι ευθέως ανάλογα:
Η όρασή μου, η ακοή μου, οι
δυνάμεις μου
αυξομειώνονται ανάλογα με την αγάπη
Γι’ αυτό έχω απουσία Χριστού
Γι’ αυτό έχω αορασία Χριστού
Γι’ αυτό έχω ορφάνια Χριστού
Γιατί δεν έχω αγάπη
Γι’ αυτό δεν έχω πείρα της ευσπλαχνίας
Του
Γιατί η καρδιά μου είναι ανενεργή
Ούτε παίρνει ούτε στέλνει
μηνύματα
|