Για ποιους άλλους μιλάμε;
Για τους άλλους, ή για εμάς;
Της Χρυσούλας Δημητρακάκη
Μία επιβίωση όλοι θα την εξασφαλίσουμε. Είτε λίγο είτε πολύ, είτε εύκολα, είτε δύσκολα, θα ζήσουμε.
Είτε από υποχρέωση, είτε από συνήθεια, θα κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο και θα προχωρήσουμε τη μέρα. Και στο υπέρτατο εκφραστικό μας κορύφωμα, θα καταπνίξουμε τη βαθιά μας επιθυμία, για να κρατηθούμε προσγειωμένοι και να μη φανερώσουμε, αυτό που θα κάνει τον εαυτό μας να μη μας ανέχεται βαριεστημένα.
Αυτό που δεν θα συνεπάγεται και αυτό που δεν επαναλαμβάνεται μηχανικά. Ένα κάτι διαφορετικό και έντονο, που να μας προβληματίσει, κατά πόσον αξίζει να χάσουμε την ησυχία μας. Το στίγμα, ότι κάτι γίνεται που δεν γινόταν χθες.
Όλοι μας έχουμε φτερά, αλλά μερικοί, δεν γνωρίζουμε το λόγο. Η βαριά μας ύλη, χρησιμοποιεί τους νόμους τής φυσικής, για να επικρατήσει και να "κλείνει τα στόματα*, με απαλλαγές που θεμελιώνει, με κάθε είδους αποδεκτούς νόμους. Αλλά οποιοδήποτε κίνητρο μιας ζωής πάνω από την απλή επιβίωση, είναι στην προοπτική, πέρα από τον όγκο που βρίσκεται μπροστά μας.
Τελικά όμως, ποιοι είμαστε; Οι μαχητές της πρώτης γραμμής, ή οι ουραγοί εκείνων που μας επιβάλλονται με κάθε αφανή και έμμεσο τρόπο;
Οι ηγετικοί, που καμουφλαρισμένα δίνουμε πλαστικότητα στους στόχους, ή οι δουλικοί που εξαρτόμαστε από τους φόβους των συνεπειών; Εκείνοι που δηλώνουμε ελεύθεροι, ή οι στρατηγοί, που γινόμαστε υποτακτικοί, πολλές φορές μέσα στη μέρα; Τι είμαστε; Ένα μέρος εκείνου που δείχνουμε, ή ένας ολόκληρος φόβος; Οι νόρμες που μας ποδηγετούν, να γινόμαστε αρεστοί, ή τα όμορφα ονόματα που δίνουμε στις παντός είδους υποταγές μας;
Τι είμαστε; Αυτά που θα θέλαμε, ή αυτά που πραγματικά είμαστε. Οι ανοχές μας, ή οι ενοχές μας; Οι επιστημονικές μας εξάρσεις που συμπλέκονται με μικρότητες, ή η έκταση ενός κρατιδίου που χωρά μόνο δύο πόδια και εμείς θεσμοθετούμε για να στριμώξουμε όσους πείσουμε; Εκείνοι που αρχίζουν τον πόλεμο, ή εκείνοι που τον σταματούν;
Όμως, για ποιους μιλάμε; Για τους άλλους ή για εμάς; Και αν δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτά που μας κυνηγάνε, πώς θα ξεφύγουμε από αυτά που μας φτάσανε;
Η κίνηση που κάνει τα σωθικά μας να πάλλονται, δεν οφείλεται σε εξασφαλισμένα μηχανικά μέσα, ούτε σε έναν συμβιβασμό. Μέσα μας, υπάρχει μια φωτιά που καίει νύχτα και μέρα. Οι εκτινάξεις της, μας κάνουν να μην είναι η ζωή μας σε διατεταγμένη αποστολή. Η ενέργεια της, μας ξεκολλά από το 'πώς' και το 'γιατί' και βρίσκει λύσεις στα άλυτα. Η θέρμη της, κρατά ζωντανό τον εσωτερικό μας ρυθμό να τελετουργεί, το φαινομενικά ακατόρθωτο. Η μέθη της, βαθαίνει το βλέμμα στον ορίζοντα και μας κάνει να διαβάζουμε τραγουδώντας. Μας υποβάλλει, να μη ψάχνουμε σης λέξεις ετυμολογία, αλλά να νοιώθουμε συνειρμούς.
Κανείς δεν μας υποσχέθηκε ότι η ζωή μας θα είναι εύκολη. Και καμιά φωτιά όσο δυνατή και να είναι, δεν μας απαλλάσσει από τις δυσκολίες. Απλά, μας εκτινάσσει, πιο πάνω από αυτές. Μας γυρίζει το κεφάλι για να δούμε τα φτερά μας. Μας δίνει τις προϋποθέσεις να ζήσουμε μία ζωή πιο πάνω από τη συμβατή.
Αλλά για ποιους μιλάμε τελικά, αφού όταν μιλάμε για τους άλλους, περιγράφουμε το μέσα μας και ό,τι υπάρχει μέσα μας, προβάλλει τους άλλους;
Για ποιους μιλάμε, αφού ό,τι γίνεται μάς αφορά όλους; Για ποιους μιλάμε, αφού οι ‘άλλοι’ και ‘εμείς’, είμαστε ένα;
ΠΗΓΗ: «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ» / ΙΟΥΛΙΟΣ 2010
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΔΙΑΔΙΔΕΤΕ ΤΟ «ΝΕΑ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑ»
Παρόλο που δεν δημοσιεύουμε σχόλια, διαβάζουμε ευχαρίστως όσα μας στέλνονται και τα λαβαίνουμε υπόψη μας.
_______________________________________________________
.
.