26.9.12

Οι χείρες και οι χήρες...

Οι χείρες και οι χήρες!...
=

[…] Κάποτε τα χέρια του Θεού είναι πολύ φτωχά και αδύνατα, και όμως με τα χέρια αυτά λύνει τα πλέον δύσκολα οικονομικά προβλήματα. Πόσο δυνατά ήσαν τα χέρια των δύο γυναικών, που από όλες τις γυναίκες του κόσμου και της ιστορίας, αυτές περισσότερο εγκωμίασε ο Χριστός; Φτωχά και αδύνατα. Της μιας τα χέρια ήσαν τρεμάμενα. Μια φτωχή γριούλα. Της άλλης τα χέρια χωρούσαν μόλις λίγο αλεύρι και λίγο λαδάκι. Και όμως αυτές τις δύο χήρες προβάλλει ο Χριστός, όχι απλώς ως παραδείγματα ελεημοσύνης, αλλ' ως... λύσεις του οικονομικού προβλήματος.
Όταν το χέρι σου το αδύνατο και φτωχό είναι τόσο κινητικό στην προσφορά, τότε αυτό το χέρι κάνει να ανοίγουν τα δυνατά Του χέρια ο Θεός, «η τροφή του παντός κόσμου». […]
Οι χήρες εγκωμιάζονται από τον Χριστό, επειδή ήσαν χήρες; Όχι! Εγκωμιάζονται οι χείρες αυτών των χηρών.
Το κοινό και στις δύο χήρες ήταν το ελάχιστο ποσό, με το οποίο κέρδισαν το μέγιστο και οι δύο θαύμα. Η μια κέρδισε το θαύμα του... θαυμασμού και του επαίνου του Κυρίου: —Την βλέπετε αυτή τη χήρα, που διακριτικά χάνεται τώρα μέσα στο πλήθος; Σας βεβαιώνω, πως αυτό το δίλεπτο είναι απείρως περισσότερο σε αξία από όσα οι πλούσιοι έριξαν.
Γιατί; Διότι όλοι από το περίσσευμα τους έριξαν. Δεν στοίχισε τίποτε η προσφορά τους. Αυτή έριξε από το υστέρημα της. Οι άλλοι έδωσαν ένα μέρος από την περιουσία τους. Αυτή έδωσε όλη την περιουσία της. Το δίλεπτο ήταν «όλος ο βίος αυτής» (Μάρκ. ιβ' 44).
Άλλοι τί θα έλεγαν;
Η χήρα που εγκωμίασε ο Κύριος (Μάρκ. ιβ' 42-44), ανέβηκε ψηλότερα και από την αυτάρκεια, αφού πρόσφερε όλα όσα είχε για διατροφή της. Δεν είπε τα όσα λέτε σεις^ «Τί θα γίνω αν μοιράσω τα πάντα και αναγκαστώ να ζητώ από άλλους;». Με γενναιοδωρία έδωσε όλα τα υπάρχοντά της.
Και τί μπορεί κανείς να πει για τη χήρα της Παλαιάς, στην εποχή του προφήτη Ηλία (Β' Βασ. ιζ' 9-16. Λουκ. δ' 26); Εκείνη κινδύνευε όχι μόνο να μείνει φτωχή, αλλά και να πεθάνει και η ίδια και τα παιδιά της. Και όμως, μόλις είδε τον προφήτη, έγινε γενναιόδωρη. Σεις βλέπετε χιλιάδες αγίους, και τί λέω αγίους, βλέπετε να σας παρακαλεί ο ίδιος ο Χριστός, ο Κύριος των προφητών, και όμως δεν αποφασίζετε να γίνετε φιλάνθρωποι. Έχετε αποθήκες που ξεχειλίζουν η μια μέσα στην άλλη, και όμως δεν δίνετε ούτε από το περίσσευμά σας.
• Άλλος στη θέση της θα έλεγε:
—Λίγα έχω, ή, μάλλον καθόλου. Να δώσουν οι πλούσιοι. Αυτοί έχουν.
—Τόσα λίγα που έχω όχι αυτάρκεια δεν εξασφαλίζω, αλλ' ούτε καί την ολιγάρκεια. Πώς λοιπόν να δώσω;
Εκείνη δεν συνέκρινε τον εαυτό της με τους σκληρούς πλουσίους. Είδε τον εαυτό της σαν τον αγαθό πλούσιο, τον Θεό. Όλα Εκείνος τα δίνει. Εγώ γιατί να τσιγκουνευτώ; Θα με αφήσει ο πανάγαθος Θεός μου;
Εκείνη ούτε πλούσια ήταν, ούτε τα αναγκαία διέθετε, ούτε αυτάρκεια, ούτε ολιγάρκεια. Τότε τί είχε; Πλεόνασμα καρδιάς. Και της πίστεως η καρδιά την έκανε να ομοιάζει με τον Θεό. Ο Θεός δεν είναι αυτάρκης; Πώς δεν θα ήταν αυτάρκης η πιστή γυναίκα;
Η χήρα των ευλογιών
Αλλ' ο ιερός Χρυσόστομος μιλάει και για τη χήρα της Παλαιάς Διαθήκης, συνδυάζοντάς την με τη χήρα της Καινής. Άλλωστε και αυτή τη χήρα, στα Σαρεπτά της Σιδώνας εγκωμίασε ο Χριστός. Ο Χριστός είπε πως στις μέρες του προφήτη Ηλία υπήρχαν πολλές χήρες. Για όλους είχε κλείσει ο ουρανός για τρία χρόνια και έξι μήνες. Έπεσε πείνα μεγάλη σ' όλη τη γη. Κλεισμένος ο ουρανός, μα ανοιγμένη η καρδιά της χήρας στα Σαρεπτά.
Όμως σ' αυτήν ήρθαν οι ευλογίες. 1. Εστάλη στο σπίτι της ο άγιος! Τί μεγαλύτερη από αυτή την ευλογία; 2. Δεν στέρεψε το λίγο αλεύρι της και το λίγο λαδάκι της (Λουκ. δ' 25-26).
—Σήκω –λέει στον προφήτη Ηλία ο Θεός– και πήγαινε στην πόλη Σαρεπτά της Σιδώνας. Έχω δώσει εντολή σε χήρα γυναίκα. Θα σε θρέψει αυτή. Σηκώθηκε ο προφήτης. Στην πύλη της πόλεως τον καλωσορίζει η γυναίκα.
—Δός μου λίγο νερό! της λέει.
Πηγαίνοντας να του φέρει νερό, τον ακούει πάλι:
—Και λίγο ψωμί.
—Ψωμί; Σε βεβαιώνω: Δεν έχω καθόλου ψωμί, παρά μονάχα μια χούφτα αλεύρι στο σταμνί και λίγο λάδι στο δοχείο. Πάω να ζυμώσω στα ξύλα που θ' ανάψω. Ίσως να φτάσει να φάμε απόψε με τα παιδιά μου. Και αύριο θα πεθάνουμε.
Ό Ηλίας την εμψυχώνει:
—Να έχεις θάρρος. Μην απελπίζεσαι. Κάνε όπως είπες. Μα ψήσε μικρή λαγάνα και για μένα. Πρώτα. Ύστερα για την οικογένεια σου...
Τόκανε η χήρα. Το θαύμα φάνηκε αμέσως. Το σταμνί με τ' αλεύρι δεν εξαντλήθηκε. Το δοχείο με το λάδι δεν λιγόστευε. Τα ευλογούσε ο Θεός.
•Άλλος στη θέση της θα έλεγε:
—Έχω τη δική μου δυστυχία. Τα παιδιά μου δεν μπορώ να θρέψω. Δεν πηγαίνεις, ευλογημένε, στο διπλανό σπίτι; Σε μένα ήρθες;
—Όσα έχω δεν αρκούν για τη σημερινή μέρα. Και πώς θα τον συντηρώ εγώ τον Ηλία τόσον καιρό, που δεν ξέρω πόσο θα κρατήσει...
Εκείνη τίποτε τέτοιο δεν σκέφτηκε. Με απλότητα παραδόθηκε στον Θεό. Και τρέφοντας τον προφήτη, τράφηκε κι εκείνη και τα παιδιά της.
•Οι χείρες και οι χήρες ψηφίστηκαν από τον Χριστό. Τα χέρια τα φτωχά, προέκταση των χεριών του Θεού με τις ανεξάντλητες δωρεές, αυτά τα χέρια υπογράφουν το «μνημόνιο» του Θεού. Τον πιστό δεν τον ξεχνάει ο Θεός.
Περίληψη από άρθρο του π. Δ.Γ.Α. στο περιοδικό «Ιωάννης Βαπτιστής», τ. 568 7/2012
 
=

__Ωραία και αληθινά τα λέει ο π. ΔΓΑ γράφοντας για τις δύο χήρες που η Αγία Γραφή μνημονεύει και ο Ιησούς Χριστός μακάρισε: Εκείνη στα Σαρεπτά της Σιδώνας που φιλοξένησε τον προφήτη Ηλία και την άλλη που στο κουτί των εισφορών στο Ναό έβαλε το τεράστιο ποσό των "ΔΥΟ ΛΕΠΤΩΝ".
__Ωραίο και έξυπνο είναι και το λογοπαίγνιο που κάνει ανάμεσα στις ομόηχες λέξεις ΧΗΡΕΣ και ΧΕΙΡΕΣ, επειδή και τα δύο είχαν τη θέση τους στην ιερή ιστορία και στη σημασία τους.
__Βέβαια εμείς μπορεί να μην είμαστε "χήρες" αλλά ζούμε κι εμείς σε εποχή πείνας και στέρησης... ζούμε κι εμείς αντιμετωπίζοντας φάσμα φτώχιας και ανέχειας...
__Έχουμε όμως κι εμείς ΧΕΙΡΕΣ, τα χέρια μας, με τα οποία μπορούμε να δοξάσουμε τον Θεό και να Του δώσουμε την ευκαιρία ΝΑ ΦΑΝΕΙ ΔΥΝΑΤΟΣ στη ζωή μας. Ας το τολμήσουμε!
__

 ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΔΙΑΔΙΔΕΤΕ ΤΟ
"ΝΕΑ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑ" 

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

 Αν και δεν δημοσιεύουμε σχόλια, λαβαίνουμε υπόψη μας ό,τι και αν μας στείλετε στη διεύθυνση:neakaipalaia@gmail.com