30.5.10

Από ένα κείμενο του κ. Μπαμπινιώτη

«ΤΟ ΒΗΜΑ» | Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Ενδιαφέρεστε για την καταγωγή των λέξεων που χρησιμοποιούμε: τι σήμαιναν αρχικά, πώς, πότε και από ποιον πλάστηκε αυτή ή εκείνη η λέξη, αν είναι αρχαία ή νέα κ.λπ. Χωρίς πάντοτε να το συνειδητοποιείτε ενδιαφέρεστε για ό,τι ονομάζουμε ετυμολογία των λέξεων ή με ό,τι συνδέεται άμεσα μ’ αυτήν, με την ιστορία των λέξεων. […]

Κάθε ανθρώπινη γλώσσα μπορεί να προσεγγισθεί από δύο πλευρές, τη διαχρονική και τη συγχρονική. Στην πρώτη –και σε σχέση πάντοτε με το θέμα μας– ενδιαφέρουν η δημιουργία των λέξεων, η εξέλιξή τους και η σχέση τους με άλλες λέξεις γλωσσών της ίδιας κυρίως ή και άλλης οικογένειας. Στη δεύτερη ενδιαφέρει η σύγχρονη, και εν προκειμένω η σημερινή, υπόσταση των λέξεων σε σχέση με άλλες λέξεις της ίδιας γλώσσας, με τις οποίες συναπαρτίζουν γλωσσικά σύνολα ή υποσύνολα διά των γλωσσικών μηχανισμών της παραγωγής και της σύνθεσης («ετυμολογικά πεδία»). Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με ομάδες ομορρίζων λέξεων, ομορρίζων κοινής καταγωγής με λέξεις συγγενών γλωσσών και ομορρίζων κατά τον σχηματισμό τους ως παράγωγα και σύνθετα μιας λέξης.

Παραδείγματα διαχρονικής και συγχρονικής ετυμολογικής συγγένειας (όπως την ορίσαμε εδώ). […] Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα, η αρχική ρίζα (s)ker– (ελλην. κερ) με βασική σημασία «κόβω– δρέπω». Από αυτήν τα ελλην. κέρμα, κορμός και κορμί, κουρά, κουρεύω, κουράζω (αρχ. σημασία «τιμωρώ με κούρεμα»), καρπός, εγκάρσιος, κρίνω (αρχική σημασία «κόβω σε κομμάτια και τα διαχωρίζω») [...] και πολλά ξένα όπως λ.χ. λατ. curtus (απ’ όπου γαλλ. court), αγγλ. short «κοντός», shear «κόβω– κουρεύω», share «μοιράζω», shirt «πουκάμισο», skirt «φούστα», sharp «αιχμηρός», ακόμη και score «εγκοπές σε ξύλο για μέτρηση» (απ’ όπου το ελλην. σκορ).

Και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ετυμολογικού πεδίου: τα παράγωγα και τα σύνθετα τού φίλος. Μερικά παράγωγα: φιλία, φιλώ, φιλικός, φιλαράκος, φίλτρο (μητρικό), φιλαινάδα, φιλεύω, φίλτατος. Μερικά σύνθετα: φιλ(ο)– φίλαθλος, φιλαλήθης, φιλάνθρωπος, φιλάργυρος, φιλάσθενος, φιλειρηνικός, φιλελεύθερος, φι– λέλληνας, φιλεύσπλαχνος, φιλήσυχος, Φίλιππος – φιλόδοξος, φιλόζωος, φιλοδωρώ, φιλόλογος, φιλονικώ, φιλόξενος, φιλόσοφος, φιλοτελισμός, φιλόμουσος, φιλοτεχνώ, φιλότιμος, φιλοχρήματος––φιλος άφιλος, βιβλιόφιλος, ομοφυλόφιλος, υδρόφιλος, θεατρόφιλος.

Αυτή η ετυμολογική πλευρά προσέγγισης, αίσθησης και διδασκαλίας της γλώσσας δίνει νέες δυνατότητες στην κατανόηση αλλά και στην εμβάθυνση και την απόλαυση, θα έλεγα, της γλώσσας. Μέσα απ’ αυτή καταλαβαίνει κανείς (χωρίς πολλές θεωρητικές αναλύσεις) τον συστημικό χαρακτήρα της γλώσσας: ότι σε κάθε ανθρώπινη γλώσσα δεν υπάρχουν αποκομμένες λέξεις ή γλωσσικά στοιχεία. Όλα συνέχονται σε σύνολα και υποσύνολα ώστε να είναι δυνατή η εκμάθηση και η ταχύτατη ανάκλησή τους στην επικοινωνία. Η λέξη κλίνω λ.χ. εντάσσεται σ’ ένα πεδίο ομορρίζων με σημείο εκκίνησης τη βασική τους σημασία: κλίση, επικλινής, κεκλιμένος, κλιτύς, κλίτος, κλίμα («κλίση, κατωφέρεια εδάφους» –«ζώνη γης, περιοχή»– «οι καιρικές συνθήκες που χαρακτηρίζουν μια περιοχή»), κλίμακα, κλιμάκιο, κλιματισμός, κλιμακτήριος, κλίνη, κλινικός, κλινήρης, αποκλίνω (απόκλιση), συγκλίνω, παρεκκλίνω, υποκλίνομαι, εγκλίσεις, κατάκλιση κ.ά. Αν αξιοποιούσαμε με συστηματικό τρόπο στο σχολείο (βιβλία, λεξικά, κείμενα) την ετυμολογία, πόσα πράγματα δεν θα φωτίζονταν στη γλώσσα, πόσο βάθος και εύρος θα αποκτούσαν οι λέξεις και πόσο ενδιαφέρον για τους μαθητές. Τότε θα ένιωθε ο μαθητής –με ευχάριστη, αποκαλυπτική και δημιουργική έκπληξη– ότι το εξέχω έδωσε τα εξοχή, έξοχος και κατ’ εξοχήν• το προβάλλω το πρόβλημα (ό, τι μπαίνει μπροστά ως εμπόδιο και πρέπει να ξεπεραστεί) και την προβλήτα (ακτή)• το προβαίνω την πρόβαση και τα πρόβατα (που σήμαιναν ακόμη και «την κινητή περιουσία» σε αντίθεση με τα κειμήλια –από το κείμαι– που ήταν «η ακίνητη περιουσία»)• ότι το χάος (μέσω τού λατ. chaos και τού γαλλ. gaz ) έδωσε το γκάζι• η γραμματική (μέσω των αγγλ. grammar, glammar και glamour ) επέστρεψε ως γκλάμουρ και γκλαμουριά• ότι το ύπνος έδωσε το έξ–υπνος και το ξύπνιος, ενώ το εγείρομαι («σηκώνομαι από τον ύπνο») έδωσε μέσω τού παρακειμένου εγρήγορα το (ε)γρήγορος και το εγρήγορση.

Τελικά πιστεύω ότι μια τέτοια θεώρηση της γλώσσας από τη σκοπιά της ετυμολογίας μάς αποκαλύπτει τον κόσμο μας, τη σκέψη μας, την ιστορία μας και, πάνω απ’ όλα, τον πολιτισμό μας.

www.babiniotis.gr
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Διαβάστε περισσότερα:
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=122&artid=290665&dt=07/02/2010#ixzz0pQE9V4vM